- προαίσθησις
- προαίσθησιςpresentimentfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προαισθήσεσι — προαίσθησις presentiment fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προαισθήσεσιν — προαίσθησις presentiment fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προαίσθησιν — προαίσθησις presentiment fem acc sg προαίσθησιν , προαισθάνομαι perceive aor subj mid 2nd sg (epic) προαίσθησιν , προαισθάνομαι perceive pres subj mp 2nd sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προαίσθηση — Στην παρακανονική φαινομενολογία, ειδική περίπτωση εξωαισθητικής αντίληψης και συγκεκριμένα εκείνη όπου η διαίσθηση έχει ως αντικείμενο ένα γεγονός, που δεν έχει συμβεί ακόμα όταν γίνεται αντιληπτό. Το φαινόμενο, που είναι ένα από τα σπανιότερα… … Dictionary of Greek
προαισθήσεων — προαισθήσεω̆ν , προαίσθησις presentiment fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προαισθήσεως — προαισθήσεω̆ς , προαίσθησις presentiment fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)